Summary: | Η παρούσα προοπτική ελεγχόμενη κλινική μελέτη διεξήχθη για να ερευνήσει τη συσχέτιση του συνδρόμου αποφολίδωσης με τη νευροαισθητήρια απώλεια ακοής. Τα άτομα της ομάδας μελέτης εμφάνιζαν το σύνδρομο στον ένα ή αμφοτέρους τους οφθαλμούς, ενώ τα άτομα της ομάδας ελέγχου δεν εμφάνιζαν το σύνδρομο σε κανένα οφθαλμό. Κριτήρια αποκλεισμού από τη μελέτη ήταν: προηγηθείσα ωτολογική επέμβαση, οξείες ή χρόνιες ωτολογικές παθήσεις, τραύμα κεφαλής ή ωτός, έκθεση σε θόρυβο, λήψη ωτοτοξικών φαρμάκων, λοίμωξη ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος, γλαύκωμα, οφθαλμική υπερτονία και διάφορες συστηματικές παθήσεις. Οι συμμετέχοντες υπεβλήθησαν σε μέτρηση οπτικής οξύτητας, βιομικροσκόπηση, τονομέτρηση, γωνιοσκοπία, βυθοσκόπηση μετά από μυδρίαση, εξέταση οπτικών πεδίων, επισκόπηση και ψηλάφηση ώτων, ωτοσκόπηση, εξέταση ρινοφάρυγγα, εξέταση με τονοδότες και ακοομετρία καθαρών τόνων. Κατά την ακοομετρία υπολογίστηκε για κάθε ους ο ουδός ακοής, για την αέρινη και την οστέινη αγωγή, στις συχνότητες των 0.25, 0.5, 1, 2, 4 και 8kHz.
Συνολικά έλαβαν μέρος στη μελέτη 69 άτομα (47 στην ομάδα μελέτης και 22 στην ομάδα ελέγχου). Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν 74,7 ετών και στις δύο ομάδες. Δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην κατανομή ηλικιών και φύλων ανάμεσα στις δύο ομάδες. Σε όλους τους εξετασθέντες οι ουδοί ακοής αέρινης και οστέινης αγωγής ήταν ταυτόσημοι για κάθε συχνότητα, γεγονός που υποδήλωνε αμιγή νευροαισθητήρια απώλεια ακοής ή φυσιολογική ακοή. Δεν προέκυψαν κλινικά σημαντικές διαφορές, μεταξύ ουδών ακοής δεξιού και αριστερού ωτός, σε κανένα άτομο. Τα άτομα της ομάδας μελέτης, σε σύγκριση με εκείνα της ομάδας ελέγχου, παρουσίασαν: Α) Σημαντικά υψηλότερα ποσοστά επιπολασμού απώλειας ακοής στις συχνότητες των 1, 2, 4 και 8kHz. Β) Σημαντικά υψηλότερους μέσους ουδούς ακοής και σοβαρότερη απώλεια ακοής στις συχνότητες των 4 και 8kHz. Η μεγαλύτερη διαφορά στη σύγκριση των μέσων ουδών ακοής παρατηρήθηκε στα 8kHz.
Τα ανωτέρω αποτελέσματα συνηγορούν υπέρ πολλαπλής συσχέτισης του συνδρόμου αποφολίδωσης με τη νευροαισθητήρια απώλεια ακοής και αφενός επιβεβαιώνουν μαρτυρίες από προηγούμενες έρευνες, αφετέρου παρέχουν ένα εντελώς νέο εύρημα που είναι η στατιστικά σημαντική επίδραση του συνδρόμου στη σοβαρότητα απώλειας ακοής στις υψηλές συχνότητες. Σε σύγκριση με προηγούμενες μελέτες, η παρούσα μελέτη πλεονεκτεί διότι η διερεύνηση της επίδρασης του συνδρόμου στον επιπολασμό και στη σοβαρότητα απώλειας ακοής έγινε με πιο αναλυτική διαδικασία, ετέθησαν λεπτομερέστερα κριτήρια αποκλεισμού υποψηφίων, o ακοομετρικός έλεγχος αφορούσε σε μεγαλύτερο αριθμό συχνοτήτων και αποκλείστηκαν γλαυκωματικοί ασθενείς, ώστε η σχέση μεταξύ συνδρόμου αποφολίδωσης και απώλειας ακοής να εξεταστεί με πιο αντικειμενικό τρόπο. Τα ευρήματα της παρούσας μελέτης επαληθεύουν τη θεωρία ότι το σύνδρομο αποφολίδωσης δεν αποτελεί μόνο οφθαλμολογική πάθηση, αλλά συστηματική διαταραχή με πολυάριθμες επιπλοκές, μία εκ των οποίων αφορά το έσω ους. Συνεπώς, στους ασθενείς με σύνδρομο αποφολίδωσης, εκτός από την οφθαλμολογική εξέταση, συνιστάται η εκτίμηση της ακουστικής ικανότητας με ακοομετρική δοκιμασία. === The present prospective case control clinical study was conducted to investigate the relationship between exfoliation syndrome and sensorineural hearing loss. Study group subjects manifested the syndrome in one or both eyes, whereas control group subjects didn’t manifest the syndrome in either eye. Exclusion criteria from the study were: previous ear surgery, acute or chronic ear diseases, ear or head trauma, noise exposure, oto-toxic drug intake, upper respiratory system infection, glaucoma, ocular hypertension and various systemic diseases. All participants underwent visual acuity measurement, biomicroscopy, tonometry, gonioscopy, dilated fundoscopy, visual field testing, ear inspection and palpation, otoscopy, nasopharyngeal examination, tuning fork testing and pure-tone audiometry. During audiometry the hearing threshold was calculated for every ear, using air and bone conduction, at frequencies of 0.25, 0.5, 1, 2, 4 and 8kHz.
A total of 69 subjects participated in the study (47 in study group and 22 in control group). Mean age of participants was 74.7 years in both groups. Differences in age and gender distribution between the two groups were not statistically significant. Hearing thresholds were identical for both air and bone conduction, in all examined subjects at each frequency, signifying pure sensorineural hearing loss or normal hearing. No clinically significant differences were found, between hearing thresholds of left and right ear, in any subject. Compared to control group, study group subjects displayed: A) Significantly higher prevalence rates of hearing loss at frequencies of 1, 2, 4 and 8kHz. B) Significantly higher mean hearing thresholds and more severe hearing loss at frequencies of 4 and 8kHz. The greatest difference in the comparison of mean hearing thresholds was observed at 8kHz.
The above results advocate for a multiple association between exfoliation syndrome and sensorineural hearing loss and on the one hand support evidence from previous research, on the other hand provide a totally new finding, that is the statistically significant effect of the syndrome on severity of hearing loss at high frequencies. Compared to previous studies, the present study has advantages because the syndrome effect on prevalence and severity of hearing loss was investigated in a more thorough manner, the candidate exclusion criteria were more detailed, audiometric testing involved a greater number of frequencies and glaucomatous patients were excluded, in order the relationship between exfoliation syndrome and hearing loss to be examined in a more objective way. The findings of the present study verify the theory that exfoliation syndrome is not only an ocular disease, but also a systemic disorder with numerous complications, one of which concerns the inner ear. Consequently, in patients with exfoliation syndrome, besides the ophthalmologic examination, an assessment of hearing ability with audiometric testing is recommended.
|